Τα σημαντικά και διαχρονικά προβλήματα που καταγράφει ο κλάδος του ελαιολάδου στη χώρα μας καταγράφονται, μεταξύ άλλων, στην ετήσια έκθεση του γραφείου οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων της πρεσβείας της Μαδρίτης.
Μέσα από τα στοιχεία της έκθεσης αποδεικνύεται ότι παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες εξαγωγής ελαιολάδου, ακόμα και σε μια ελαιοπαραγωγική χώρα όπως η Ισπανία, αυτό δεν έχει γίνει εφικτό καθώς οι εξαγωγές έχουν την μορφή «ενδιάμεσης εισροής», με αποτέλεσμα να χάνονται τα όποια χαρακτηριστικά προστιθέμενης αξίας έχει το Ελληνικό ελαιόλαδο.
Στην έκθεση, που αφορά το έτος 2015, καταγράφεται μεγάλη αύξηση στις εξαγωγές Ελληνικού ελαιολάδου προς την Ισπανική αγορά. Συγκεκριμένα η αύξηση ήταν μεγάλη στις υποκατηγορίες: παρθένα ελαιόλαδα μη χημικώς μετασχηματισμένα (€12,3 εκ., από €1,08 εκ. το 2014), παρθένο ελαιόλαδο μειονεκτικό (€3,64 εκ., από €507 χιλ.). Η συγκεκριμένη αύξηση εξαγωγών, όπως αναφέρεται στην έκθεση δείχνει ότι «υπάρχουν δυνατότητες αξιοποίησης τυχόν συγκριτικών πλεονεκτημάτων. Προϋπόθεση αποτελεί η εφαρμογή αποτελεσματικού marketing, που θα προβάλει επώνυμα προϊόντα, αντιμετωπίζοντας την περιορισμένη αναγνωρισιμότητα των ελληνικών προϊόντων στην ισπανική αγορά. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα τυποποιημένα προϊόντα (υψηλότερης προστιθέμενης αξίας).
«Ως προς το ελαιόλαδο» αναφέρει η έκθεση «όρος για την ουσιαστική βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων είναι η προώθησή του ως τελικού προϊόντος, σε αντίθεση με την έως σήμερα λειτουργία του ως ενδιάμεσης εισροής της ισπανικής παραγωγής (αιτία περιοδικών διακυμάνσεων των ελληνικών εξαγωγών). Θα ήταν χρήσιμο, τέλος, να αξιοποιηθεί η σταδιακή υιοθέτηση από το ισπανικό κοινό νέων καταναλωτικών προτύπων (βιολογικά προϊόντα, υγιεινή διατροφή), όπως επίσης και η δυνατότητα προσέγγισης ευρύτερης δεξαμενής καταναλωτών ποικίλου πολιτισμικού υποβάθρου (την Ισπανία επισκέπτονται, ετησίως, άνω των 60 εκ. αλλοδαπών τουριστών)».