Τον πολεοδόμο Γρηγόρη Διαμαντόπουλο οι νεότεροι καλαματιανοί δεν τον γνωρίζουν και οι παλαιότεροι ίσως τον έχουν ξεχάσει, καθώς έχουν περάσει, ήδη, 8 χρόνια από το θάνατό του.
Ωστόσο, ο Γρηγόρης Διαμαντόπουλος υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους για την Καλαμάτα. Ένας οραματιστής που έβαλε τη σφραγίδα του στην ανασυγκρότηση της πόλης, μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της 13ης Σεπτεμβρίου του 1986.
Σήμερα, 13 Σεπτεμβρίου 2018, συμπληρώνονται 32 ολόκληρα χρόνια από το απόγευμα, που η Καλαμάτα «πλήρωσε» με ανθρώπινες ζωές και τεράστιες υλικές ζημιές βαρύ αντίτιμο στον Εγκέλαδο.
Μια μέρα σαν τη σημερινή αξίζει κανείς να θυμηθεί ή να μάθει για τον Γρηγόρη Διαμαντόπουλο. Όταν μάλιστα για τον Γρηγόρη Διαμαντόπουλο μιλάει ο Σταύρος Μπένος, ο τότε δήμαρχος Καλαμάτας, τότε τα λεγόμενα αποκτούν ξεχωριστή σημασία.
Λίγο πριν το θάνατο του Γρηγόρη Διαμαντόπουλου, πραγματοποιήθηκε, «στη Στοά του Βιβλίου», εκδήλωση για το βιβλίο του «Τι μένει άραγε από 45 Χρόνια Μαχόμενης Πολεοδομίας;», που εκδόθηκε από το ΤΕΕ. Ο Γρηγόρης Διαμαντόπουλος, παρότι άρρωστος, ήταν εκεί. Εκεί ήταν και ο Σταύρος Μπένος, ο οποίος σημείωσε:
«Κυρίες και κύριοι, Δεν θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου τόσο συγκινημένο όσο σήμερα. Ο Γρηγόρης για μένα είναι μία εποποιία. Ο Γρηγόρης για μένα είναι, ό,τι δεν ήταν, όλα τα άλλα πράγματα που εισέρρευσαν στη δημόσια ζωή μου. Είναι ο μέντοράς μου.
Ήμουν πολύ νέο παιδί, όταν, με πολύ ενθουσιασμό, μία ομάδα τριαντάρηδων της Καλαμάτας, πιστέψαμε ότι μπορούμε να κάνουμε μία μεγάλη αλλαγή στην πόλη μας και με αυτόν τον ενθουσιασμό μου, βάλαμε μπροστά δύο μεγάλες αγάπες, σε ένα ωραίο ταξίδι. Τα θέματα του πολιτισμού και τα θέματα του περιβάλλοντος. Τα θέματα του περιβάλλοντος και της πολεοδομίας.
Τότε με το θράσος της νεότητάς μου, επισκέφτηκα τον Πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου, τότε ήταν ο Βαγγέλης Κουλουμπής, και του ζήτησα μία λίστα με τους δέκα καλύτερους πολεοδόμους της χώρας. Και πήγα, φανταστείτε τώρα, και έκανα μία μορφή συνέντευξης. Είχα μία πάρα πολύ συμπαθητική συζήτηση με όλους, όλοι με υποδέχτηκαν με πάρα πολλή ευγένεια. Αυτή η συζήτηση κρατούσε με τον καθένα μία με δύο ώρες. Με τον Γρηγόρη μείναμε δύο ολόκληρες μέρες. Ξενυχτήσαμε, συζητούσαμε και στο τέλος, όταν τελειώσαμε αυτήν την συζήτηση που μας είχε συνεπάρει, τον ρώτησα: «Γρηγόρη ποια θέλεις να είναι οι αμοιβή σου»; και ο Γρηγόρης με κοιτάζει στα μάτια και μου λέει: «αν τα μάτια σου μου λένε την αλήθεια, θα έρθω και θα δουλέψω χωρίς αμοιβή και η τιμωρία σου θα είναι, ότι στο πρώτο εξάμηνο θα σηκωθώ να φύγω».
Ήλθε, μελέτησε την πόλη, όπως εγώ δεν την ήξερα, παρότι είναι η γενέθλια πόλη μου. Την μελέτησε φιλοσοφικά, ιστορικά, κοινωνιολογικά, είχε ένα μαγνητοφωνάκι και πέρα από τις επιστημονικές μελέτες που είχαν γίνει, γύριζε στα καφενεία. Και όταν τελείωσε αυτό το πρώτο διάστημα, μου λέει: «τώρα έλα να σου γνωρίσω την πόλη σου». Με πήγε, λοιπόν, θυμάμαι, και το λέω και στους Καλαματιανούς φίλους μας που είναι εδώ και είναι αρκετοί, από την γειτονιά εκείνη που ξεκινήσαμε, στην οδό Κανάρη. Είχαν αρχίσει να ορθώνονται οι εξαώροφες πολυκατοικίες. Και με πήγε στο ιστορικό κέντρο, όπου είχαμε πενταώροφες πολυκατοικίες και μου λέει: « Σταύρο αυτό πρέπει να το ανατρέψουμε. Θα αντέξεις να το ανατρέψουμε; Μετά με πήγε στην παραλία και μου λέει: η πόλη σου έχει τα σπάνιο χάρισμα να κρατάει ακόμα την άμμο της». «Η πρώτη μάχη που πρέπει να δώσουμε, είναι να κρατήσουμε τη σχέση του περιβάλλοντος με την πόλη». Ύστερα, με πήγε να μου δείξει την ανατολική και τη δυτική παραλία. Μου είπε: «Σταύρο η πόλη σου είναι μία πόλη άδικη. Είναι μία πόλη ταξική, που στην περίοδο του μεσοπολέμου, αυτοί που είχαν τα ηνία της πόλης, διαμόρφωσαν τον τόπο κατοικίας τους με όλα τα χαρίσματα και ό,τι ήταν ανεπιθύμητο, το πέταγαν στις λαϊκές συνοικίες». Αυτό εμείς πρέπει να το ανατρέψουμε. Γιατί μία πόλη πρέπει να είναι δίκαιη, παντού, σε όλους τους πολίτες της. Πρέπει να την χαίρονται όλοι και μου είπε, ότι φοβάμαι τα προβλήματα της υπερανάπτυξης. Μην φοβάσαι τα προβλήματα της υπανάπτυξης, αυτά θεραπεύονται. Μου έφερε ως παράδειγμα την ανατολική και τη δυτική παραλία και από τότε μου έδειξε το όνειρό του. Η δυτική παραλία στην Καλαμάτα ήταν, σφαγεία, ήταν αποχετεύσεις, ήταν η προσφυγιά που έμενε εκεί και στο βορειοανατολικό και στο βορειοδυτικό ήταν όλες οι λαϊκές φτωχογειτονιές, που ήταν αυθαίρετες.
Όταν ήρθε ο Γρηγόρης το 1/3 της πόλης ήταν νόμιμο. Τα 2/3 ήταν αυθαίρετα και μου λέει: θα κάνουμε ταχύτατα μία διαδικασία επέκτασης και μετά θα επέμβουμε και στα σωθικά, στο εσωτερικό της πόλης. Θυμάμαι από τον πρώτο καιρό, μου δίδαξε τι σημαίνει να δουλεύεις για τον άνθρωπο. Ότι όλα γίνονται για αυτόν και ό,τι κάνουμε στο κέντρο, πρέπει να είναι ο παράγοντας ο ανθρώπινος. Θυμάμαι που μου μιλούσε για το συμφέρον της πόλης και ότι όλα τα πολιτικά όργανα, ξεκινώντας από την κεντρική εξουσία, από την Αυτοδιοίκηση, δεν έχουν άλλη αποστολή, αλλά από το να ονειρεύονται για το μέλλον της πόλης. «Αλίμονο -μου έλεγε- αν γίνεις διαιτητής των μικροσυμφερόντων, που είναι αμείλικτα και καθημερινά στην πόλη. Σε έχουν απορροφήσει σε μία μέρα. Ο Δήμαρχος υπάρχει για να ονειρεύεται. Για να παλεύει για τα όνειρα της πόλης και τι μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία για έναν Δήμαρχο, από το να παίρνει κοντά του και τους πολίτες και να τους πείθει, ότι το συμφέρον του κατοίκου, ταυτίζεται με το συμφέρον της πόλης». Μου έμαθε επίσης, αυτό που θα το έλεγα έτσι πολύ απλά, κυλιόμενη πολεοδομία και μου έλεγε: «ο δρόμος δεν υπάρχει, τον δρόμο τον περπατάμε εμείς κάθε μέρα και τον χαράζουμε κάθε μέρα». Και μου έμαθε ότι δεν είναι απαραίτητο να περιμένουμε να ολοκληρωθούν οι μελέτες και οι νομοθετικές ρυθμίσεις για να αρχίσουμε την εφαρμογή των προτάσεων του πολεοδομικού σχεδιασμού στην πόλη.
Όταν ξεκινήσαμε, είχαμε στα χέρια μας τη μελέτη του σπουδαστηρίου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, που επικεφαλής ήταν ο καθηγητής του Ε.Μ.Π. κ. Θανάσης Αραβαντινός και τον ευχαριστώ που είναι σήμερα μαζί μας. Ακολούθησε ένας πραγματικός Γολγοθάς, αφού ήμασταν σε μια μεταβατική φάση και ο πολεοδομικός νόμος άλλαξε τρεις φορές μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια. Ήταν το νόμος του ΄23, που είχε ξεκινήσει το σπουδαστήριο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, μετά ο νόμος ΄947/79 του Στέφανου Μάνου και εν συνεχεία ο νόμος 1337/83 του αείμνηστου Αντώνη Τρίτση. Αλλάξαμε, δηλαδή, τρεις φορές νομοθεσία, αλλά δεν είχε σημασία πού πορευόταν η νομοθεσία.
Ο Γρηγόρης μου έμαθε, ότι ανεξάρτητα με το τελικό νομικό, την τελική νομική υπογραφή, αφού έχουμε τη νομιμοποιητική βάση και με έναν διαρκή διάλογο με τους πολίτες, εμείς μπορούμε να προχωράμε. Και μπορούμε να βελτιώνουμε τα πράγματα και να τα αλλάζουμε συνεχώς, είναι η θεωρία της κυλιόμενης πολεοδομίας, που επίσης μου δίδαξε ο Γρηγόρης. Το άλλο πράγμα που μου δίδαξε είναι, που χρησιμοποιούσε μία φρασούλα και έλεγε: «Όση αξία έχει για την κεντρική πολιτική σκηνή το Σύνταγμα, άλλη τόση αξία έχει ο σχεδιασμός για τις τοπικές κοινωνίες. Ένας Δήμαρχος που δεν έχει ένα πλαίσιο να δουλεύει, είναι ένας τυφλός Δήμαρχος, δεν μπορεί να πάει πουθενά». Γι’ αυτό, λοιπόν, μου έμαθε και έτσι σχεδιάσαμε τότε τις μεγάλες αλλαγές και τις μεγάλες ανατροπές, σε τρία επίπεδα. Τα γενικό πολεοδομικό ή το ρυθμιστικό, όπως το λέγαμε παλιά.
Ύστερα έκανε μεγάλες ενότητες ανατρεπτικές μέσα στην πόλη και ακολουθούσαν και σημειακές παρεμβάσεις. Ήσαν τρία επίπεδα, δηλαδή, προσέγγισης της πόλης, που το ένα επηρέαζε το άλλο και δεν γινόταν τίποτε χωρίς τη γενική ματιά, τη στρατηγική ματιά της πόλης. Και βεβαίως, πορευόμενοι έτσι και σιγά – σιγά αρχίζοντας να κάνουμε τις ανατροπές στην πόλη, ζήσαμε μία πολύ μεγάλη δοκιμασία μαζί. Γιατί ταυτόχρονα με την εφαρμογή του 1337, γεννήθηκε ένα κλίμα τεράστιας αμφισβήτησης σε όλη τη χώρα, το οποίο έφαγε δύο έξοχους Υπουργούς. Τον Στέφανο Μάνο και τον Αντώνη Τρίτση και μάλιστα από δύο παντοδύναμους Πρωθυπουργούς. Η περίοδος αυτή ήταν η μόνη παρένθεση που είχαμε Υπουργείο Περιβάλλοντος στη χώρα. Οι παλιοί το θυμούνται και τα στελέχη του Υπουργείου, επίσης. Ιδρύθηκε με τον Στέφανο Μάνο, συνεχίστηκε με τον Αντώνη Τρίτση και έφυγαν, ω του θαύματος, και οι δύο με τον ίδιο τρόπο. Σφοδρές αντιδράσεις από αυτούς «που θίγονταν» και ούτε ο μεγάλος Καραμανλής, ούτε ο μεγάλος Ανδρέας Παπανδρέου άντεξαν την πίεση και εκπαραθυρώθηκαν και οι δύο. Θυμάστε την περίφημη επιστολή στον Αντώνη Τρίτση, που του είπε ο Ανδρέας ο Παπανδρέου: «έγραψες ιστορία», αλλά τον παραίτησε. Εμείς τότε μείναμε ακάλυπτοι και φάγαμε δύο φορές ξύλο στο Δημοτικό Συμβούλιο με τον Γρηγόρη. Τη μία φορά, παραλίγο να μας σκοτώσουν, όταν εφαρμόζαμε τον 1337 και όταν ρίχναμε τους συντελεστές, στο κέντρο της πόλης, που τους μειώσαμε περίπου στο μισό, που με ρόπαλα και κουκούλες μπήκανε μέσα στο Δημοτικό Συμβούλιο και είναι ένα θαύμα πως σωθήκαμε τότε με τον Γρηγόρη. Αλλά αυτό δημιούργησε μία Πανελλήνια συγκίνηση και έτσι εμπεδώθηκε ο νόμος, γιατί είχαν γίνει και προσφυγές στο Συμβούλιο Επικρατείας και ήταν έτοιμος ο νόμος να πέσει, γιατί ήταν ένας νόμος που έθιγε- λέει- την ατομική ιδιοκτησία ετεροβαρώς, δεν ίσχυε η αρχή της αναλογικότητας, όπως λένε οι νομικοί.
Και μετά από όλα αυτά, λες και ήταν ένας καλός προάγγελος, για το πιο ακραίο γεγονός, που συνάντησε στη σύγχρονη ιστορία της η Καλαμάτας, μιλάω για τους σεισμούς, όπου η πόλη ήταν θωρακισμένη πια πολεοδομικά και θυμάμαι τον Γρηγόρη που κατέφθασε μέσα σε λίγες ώρες στην Καλαμάτα, χωρίς να έχουμε καθόλου συνεννοηθεί. Ο σεισμός έγινε ένα Σάββατο, 8:20 το βράδυ. Τον βλέπω τον Γρηγόρη γύρω στις 3:00 το πρωί, είχε έλθει με όλους τους ανθρώπους, τους συνεργάτες του και μου λέει: «Σταύρο θέλω μία σκηνή και στις 7:00 η ώρα το πρωί θέλω να μου μαζέψεις τους υπαλλήλους του Δήμου». Η πρώτη σκηνή που είχε έρθει ήταν μια μεγάλη πράσινη σκηνή του Μηχανικού του Στρατού και αμέσως λέω στον υπεύθυνο στρατηγό : «Στρατηγέ αυτή η σκηνή να δοθεί αμέσως στο Γρηγόρη». Στη σκηνή αυτή , άπλωσε τα σχεδιαστήρια και στις 7:00 το πρωί ο Γρηγόρης μας είχε έτοιμο πρόγραμμα δεκαετίας. Με πήρε παράμερα, μου λέει «Θέλω να μου διαθέσεις μόνο μισή ώρα», για να μου πει, ότι το σεισμικό φαινόμενο στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται με ένα τρόπο αναπηρικό. Λες και ο σεισμός πλήττει τα ντουβάρια. Μέχρι τότε, ακόμα και στον πρόσφατο σεισμό της Αθήνας το 1981, το μόνο που έκανε η πολιτεία ήταν να δίνει σεισμοδάνεια. Και μου λέει: «Σταύρο, ο σεισμός δεν πλήττει τα ντουβάρια, πλήττει τους ανθρώπους και όλες τις ανθρώπινες λειτουργίες. Πλήττει τον άνθρωπο ως υπόσταση ψυχοσωματική, τον πλήττει ως πολιτιστικό φαινόμενο, ως οικονομικό φαινόμενο, ως κοινωνικό φαινόμενο και πρέπει να τα αγγίξουμε όλα αυτά». «Γιατί αν δεν τα αγγίξουμε τώρα και αν δεν τα προβάλουμε τώρα, τότε θα μας ξεχάσουν. Οι κάμερες θα αποσυρθούν, θα φύγουν. Πρέπει όλα να γίνουν άμεσα και μέσα σε 10 μέρες ετοίμασε ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης, είναι αυτό που βραβεύτηκε».
Όταν ήρθε, θυμάμαι το κλιμάκιο με τον Γρηγόρη Βάρφη, που ήλθαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ενθουσιάστηκαν, δεν είχαν δει ποτέ τους τόσο τεκμηριωμένο πρόγραμμα και ήταν ίσως ιστορικά και η πρώτη φορά που οι εκταμιεύσεις γίνονταν απευθείας στο Δήμο και όχι στο κεντρικό κράτος. Και όλα αυτά επειδή είχε δημιουργηθεί μια υψηλή αξιοπιστία μέσα από τις προτάσεις που είχε οικοδομήσει ο Γρηγόρης.
Και κλείνοντας κυρίες και κύριοι. Πέρα από αυτά που προσέφερε στη γενέθλια πόλη μου, πέρα από το γεγονός, ότι όπως μου έλεγε ο Μπάμπης Κάρβελης πριν: «Άραγε τι θα είμαστε χωρίς τον Γρηγόρη; Τι θα είμαστε; Μου είπε μάλιστα, βλαχοδήμαρχοι θα είμαστε, χωρίς τον Γρηγόρη να μας έχει υψώσει τόσο πολύ». Του Γρηγόρη η προσφορά, που σιγά – σιγά αρχίζει να αναδεικνύεται, το λέω στον Πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου αυτό και σε όλους τους συναδέλφους του. Ήταν στα εξής δύο επίπεδα:
Επίπεδο πρώτο: Ξέρετε οι πόλεις της Ελλάδος είναι κατ’ εξοχήν βιωματικές πόλεις, γέννημα της ιστορικής εξέλιξης και των κοινωνικών συγκρούσεων. Το συμπέρασμα αυτό γεννήθηκε μέσα μου γιατί μέσα από τον Γρηγόρη αγάπησα την Πολεοδομία και την παρακολουθώ συνεχώς, όπου και αν βρίσκομαι. Παρακολουθώ τα συνέδριά της, τα ρεύματά της, τη σκέψη της. Οι πόλεις, λοιπόν, της Ελλάδας είναι κυρίως γέννημα των ανθρώπινων συγκρούσεων. Είναι βιωματικές πόλεις. Ελάχιστα έχουν επηρεαστεί από τον σχεδιασμό. Η Αθήνα, για παράδειγμα, επηρεάστηκε από τους Βαυαρούς. Όλα τα άλλα είναι γέννημα των συγκρούσεων. Ελάχιστα επηρεάστηκαν από τις δομές ή τις αυτοδιοικητικές και τις κρατικές. Η μόνη περίπτωση ανατροπής πόλης με όπλο τον πολεοδομικό σχεδιασμό, είναι η Καλαμάτα. Και μάλιστα, σας παραπέμπω, γιατί ζήτησα από τον Γρηγόρη να το κάνω, έχω και εγώ μία συνεισφορά 20 σελίδων, που τι έχω κάνει; Έχω πάρει τον Γενικό Πολεοδομικό του ’81 και έναν χάρτη από ένα βιβλιοπωλείο της Καλαμάτας πρόσφατο. Θα συγκινηθείτε, θα δείτε πως ταυτίζονται. Αποδεικνύεται δηλαδή, πόσο ο Γρηγόρης επηρέασε τα προγράμματα, που πια η πόλη σήμερα, αυτή που ζει, που υπάρχει, είναι ταυτισμένη με τα όνειρα του Γρηγόρη. Ταυτισμένη. Είχαμε λοιπόν μία μεγάλη πολεοδομική αλλαγή και αποδείξαμε, πως όταν συνεργάζεται πραγματικά η επιστημονική κοινότητα με τους θεσμούς της Αυτοδιοίκησης, μπορούν να φέρουν μία πραγματική ανατροπή.
Το άλλο, λοιπόν, που μας κάνει να πιστεύουμε ότι ναι, και στην χώρα μας μπορεί η Πολεοδομία να παίξει καθοριστικό ρόλο στην ανατροπή των πόλεων, είναι αυτό που μας άφησε ο Γρηγόρης. Και το δεύτερο, το πιο σημαντικό ίσως είναι, ότι φανταστείτε, από έναν μόνο άνθρωπο, γεννήθηκε σιγά – σιγά μία σοβαρή αντισεισμική πολιτική. Δεν υπήρχε, κυρίες και κύριοι, αντισεισμική πολιτική στην πατρίδα μας. Και τότε, για το φαινόμενο της Καλαμάτας δεν είναι ότι η Ελλάδα προικίστηκε με μια αντισεισμική πολιτική, που σας είπα, ανέδειξε την πολεοδομική πλευρά της, ότι δεν είναι μόνο υπόθεση των πολιτικών μηχανικών και της αντισεισμικότητας των κτιρίων, αλλά είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, που αφορά στον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Είχαν έλθει εθελοντικές και επιστημονικές ομάδες από όλο τον κόσμο. Είχε έρθει ο Αντισεισμικός Οργανισμός της Αμερικής, της Ιαπωνίας, για να μελετήσουν το φαινόμενο της Καλαμάτας. Να μελετήσουν δηλαδή, αυτό που έκανε ο Γρηγόρης. Θυμάμαι ότι όχι μόνο τα προγράμματα αυτά, αλλά και όλο το εθελοντικό κίνημα, που υπήρχε από όλο τον κόσμο, και μας έλεγε ότι πρώτη φορά είναι που αισθανθήκαμε ότι είμαστε χρήσιμοι. Γιατί ο Γρηγόρης είχε για τον κάθε ένα κάπου να τον κατατάξει και να προσφέρει οτιδήποτε και αν είχε να προσφέρει. Είτε έφερνε λυόμενα σπίτια, είτε ήταν αντιρρησίες συνείδησης και είχαν έλθει να προσφέρουν ένα πιάτο ζεστό φαγητό τις πρώτες μέρες στους σεισμόπληκτους και το κάθε πράγμα έμπαινε στη θέση του, επειδή υπήρχε όλη αυτή η προετοιμασία του Γρηγόρη. Άρα, λοιπόν, το δεύτερο επίπεδο συνεισφοράς του είναι, ότι προίκισε τη Χώρα με μία σοβαρή πολιτική αντισεισμικής θωράκισης πολεοδομική και αυτό που ακούτε για την 1η , 2η και 3η φάση ανασυγκρότησης, στην ουσία, που έχουν γίνει μέτρα πολιτικής, είναι όλη αυτή η δουλειά και η συνεισφορά του Γρηγόρη στην Καλαμάτα. Αλλά πάνω από όλα και θέλω να κλείσω με τούτο.
Ο Γρηγόρης αυτό που μας προίκισε και με προίκισε, είναι ότι μας έδειξε, ότι ακόμα και στο σκληρό πεδίο της πολιτικής, το μόνο που αξίζει να είσαι, να υπάρχεις εκεί και να παλεύεις, είναι μονάχα όταν έχει υψηλούς στόχους και όταν ονειρεύεσαι. Μας έδειξε, δηλαδή, ότι το όνειρο, ναι, πρέπει να υπάρχει στη δημόσια ζωή, πρέπει να υπάρχει στην πολιτική. Γρηγόρη μου σε ευχαριστούμε πολύ».